«Πόρτα κρυφή, πόρτα μαλαματένια…, είπε ο μαγικός καθρέφτης»
Μια φορά κι έναν καιρό ζούσε στον πλανήτη των βιντεοπαιχνιδιών, σε μια μεγάλη πόλη ένα μοναχικό, σοβαρό οκτάχρονο αγόρι με καστανά, ίσια μαλλιά, καστανά μάτια, αδύνατο σχεδόν κοκαλιάρικο που το έλεγαν Gamer.
O Gamer είχε μια μεγάλη αδυναμία, συνέχεια έπαιζε στον υπολογιστή του κάποια από τ’ αγαπημένα του παιχνίδια. Τώρα τελευταία όμως είχε ανακαλύψει ένα βιντεοπαιχνίδι που δεν μπορούσε να το βγάλει απ’ το μυαλό του, ακόμη και στον ύπνο του αυτό ονειρευόταν. Μα και στον ξύπνιο του ήταν η βασική του ασχολία, ξεπετούσε γρήγορα τις εργασίες του σχολείου του, ξεχνούσε να φάει και πολύ συχνά ούτε στην τουαλέτα δεν πήγαινε για ν’ απολαύσει το αγαπημένο του παιχνίδι. Οι γονείς του ανήσυχοι και προβληματισμένοι δεν ήξεραν τι να κάνουν. Η μητέρα του πολύ συχνά τον απειλούσε πως θα του σπάσει τον υπολογιστή, ο μπαμπάς από την άλλη ότι θα του στερήσει το ποδόσφαιρο που ήταν ένα από τ’ αγαπημένα του σπορ. Γι’ αυτό και ο Gamer τις ώρες που οι γονείς του απουσίαζαν από το σπίτι ή όταν ξεκουράζονταν, έβρισκε την ευκαιρία ν’ απολαύσει το παιχνίδι χωρίς αγριοφωνάρες και απειλές.
Μέσα στο παιχνίδι αυτό ο Gamer φορούσε μια μπλε πανοπλία, κρατούσε ένα σπαθί κι αγωνιζόταν να καταστρέψει τον κακό μαύρο δράκο και τους οπαδούς του. Αυτός ο κακός, σε μια παλιότερη εποχή ήταν ένας αξιαγάπητος, άσπρος δράκος, όμως μια σκοτεινή οντότητα, μ’ ένα μαγικό τρόπο, τον μεταμόρφωσε σ’ έναν μαύρο, τρομακτικό δράκο που έβαλε στόχο να καταστρέψει τον πραγματικό κόσμο των ανθρώπων. Ήθελε να μολύνει τα νερά των ποταμών και των θαλασσών, να κάψει τα δέντρα και το χειρότερο να βάλει στις καρδιές των ανθρώπων το μίσος, τον εγωισμό και την έχθρα.
….
Διαβάστε περισσότερα ή κατεβάστε το παραμύθι του τμήματος Β2 εδώ.